Βουδισμός

ΟΙ ΡΙΖΕΣ ΤΟΥ ΒΟΥΔΙΣΜΟΥ

Η λέξη «βουδισμός» προέρχεται από τη σανσκριτική λέξη «βούδας», που σημαίνει «ο αφυπνισμένος». Ο βουδισμός ή το ντάρμα του Βούδα (μπούντα-ντάρμα), είναι η αναγγελία, και ο δρόμος, προς την αφύπνιση των ανθρώπινων δυνατοτήτων.Ο ιστορικός Βούδας, Σιντάρτα Γκοτάμα, γεννήθηκε γύρω στα 560 π.Χ. στο Λούμπινι, στο σημερινό Νεπάλ. Μεγάλωσε ως πρίγκιπας της γενεαλογίας των Σάκυα και υπερείχε σε όλες τέχνες του λόγου. Όταν συνειδητοποίησε την αλήθεια της παροδικότητας  στην ηλικία των 29 ετών, εγκατέλειψε το βασίλειό του για να αναζητήσει την πνευματική κατανόηση. Μετά από σπουδές έξι ετών κοντά σε πολλούς πνευματικούς δάσκαλους, ο Σιντάρτα συνειδητοποίησε ότι ούτε η υπερβολική κοσμική επιτυχία, ούτε ο ασκητισμός, θα μπορούσαν να τον οδηγήσουν στην πλήρη φώτιση. Έκατσε κάτω από το Δέντρο Μπόντι (της γνώσης) στις όχθες του ποταμού Γάγγη και ορκίστηκε να μην σηκωθεί από κει προτού να πραγματώσει τη φώτιση. Μέσω της πλήρους εξέτασης της φύσης του σώματος και του νου του, πέτυχε την τελική φώτιση. Η ανακάλυψη του Βούδα, αυτή του αφυπνισμένου νου, δεν μπορεί να περιγραφεί επαρκώς ως μία θρησκεία, ένα φιλοσοφικό , ή ψυχολογικό πόνημα. Πιο καλά περιγράφεται ως ένας τρόπος ζωής. Το ντάρμα μας παρέχει μια πρακτική μέθοδο για να πετύχουμε την πραγμάτωση για την οποία μας μιλά: τον διαλογισμό, που είναι η άσκηση πάνω στην εγρήγορση και την επίγνωση. Ο διαλο γισμός είναι μια φυσική διαδικασία, όπου επιτρέπει κανείς στον εαυτό του να εξετάσει τη φύση των σκέψεων, συναισθημάτων, και φυσικών αισθήσεων και να ανακαλύψει την έμφυτη αγνότητα της ύπαρξης. Είναι μία τεχνική που βασίζεται στην αληθινή εμπειρία, παρά πάνω στην τυφλή πίστη. Μετά το θάνατο, ή παρανιρβάνα, του Βούδα, αναπτύχθηκαν στην Ινδία πολλές σχολές του βουδισμού. Οι σχολές που διακρίθηκαν στα πρώτα χρόνια, αποκλήθηκαν χίναγιάνα ή το μικρό όχημα, δίνοντας βασική έμφαση στην αυτό-απελευθέρωση μέσω της ατομικής πειθαρχίας. Οι σχολές που διακρίθηκαν αργότερα, αποκλήθηκαν μάχαγιάνα ή το μεγάλο όχημα, κι έδωσαν μεγαλύτερη έμφαση στη δουλειά για την απελευθέρωση της κοινωνίας συνολικά. Και οι δύο σχολές διαδόθηκαν από την Ινδία σ’ ολόκληρη την Ασία. Η παράδοση που εγκαταστάθηκε στο Θιβέτ είναι ο βουδισμός της μάχαγιάνα. Είναι επίσης γνωστή ως βάτζραγιάνα ή το άφθαρτο όχημα, όνομα που αναφέρεται στις ιδιαίτερα δυνατές και άμεσες μεθόδους πραγμάτωσης που κατέχει. Πριν από περίπου 2.500 χρόνια, ένας Ινδός πρίγκιπας, ο Σιντάρτα Γκοτάμα, έκατσε ήσυχα στο Πάρκο του Ελαφιού, όπως έγινε γνωστό, στο Σάρνα. Σε αυτό το ήσυχο μέρος μπροστά σε μια μικρή συνάθροιση ανθρώπων, ξεκίνησε να προσφέρει απλές διδασκαλίες, που βασίζονταν στη δική του εμπειρία. Αυτές οι διδασκαλίες, στις οποίες αναφερόμαστε με τη λέξη «ντάρμα», που σημαίνει «αλήθεια», ήταν πρακτικές οδηγίες στο πώς κανείς θα σχετιστεί με την καθημερινή του εμπειρία της ζωής και του νου του. Επειδή ακριβώς η αντίληψή του ήταν τόσο βαθιά κι ενορατική, έγινε γνωστός ως ο «Βούδας», που σημαίνει «αυτός που αφυπνίστηκε.» Οι διδασκαλίες που προσέφερε έγιναν γνωστές ως «Βούδα-ντάρμα», «οι διδασκαλίες ενός αφυπνισμένου», και τελικά ως Βουδισμός.  Οι βουδιστικές διδασκαλίες διακηρύσσουν τη δυνατότητα της αφύπνισης των εγγενών ικανοτήτων κάθε ανθρώπινου όντος, και παρέχουν μια πρακτική μέθοδο για την επίτευξη της. Αυτή η πρακτική μέθοδος, που μεταδόθηκε από γενιά σε γενιά, είναι γνωστή ως διαλογισμός, που είναι η άσκηση στην εγρήγορση και την επίγνωση.O διαλογισμός είναι μια φυσική διαδικασία που επιτρέπει σε κάποιον να εξετάσει τη φύση των σκέψεων, συναισθημάτων και φυσικών αισθήσεων, και να ανακαλύψει την εγγενή αγνότητα του όντος. Είναι μια πρακτική που βασίζεται στην άμεση εμπειρία, και όχι στην τυφλή πίστη.Ο βουδισμός παίρνει έναν αυξανόμενα σημαντικό ρόλο στη σύγχρονη Δυτική κοινωνία καθώς αυξάνεται το ενδιαφέρον για αυτήν την θεώρηση της ζωής. Μία μοναδική ποιότητα των βουδιστικών διδασκαλιών είναι ότι μπορούν να εκφραστούν μέσα από τα υπάρχοντα πολιτιστικά μοντέλα, μπορούν να τα χρησιμοποιήσουν, αντί να τα καταστρέψουν ή να τα αντικαταστήσουν. Αυτό επιτρέπει στους δυτικούς να εξασκούν το βουδισμό χωρίς να αποκηρύξουν την πολιτιστική τους κληρονομιά, ή να αλλάξουν εκ βάθρων τον τρόπο της ζωής τους.

ΟΙ ΓΕΝΕΑΛΟΓΙΕΣ  ΑΣΚΗΣΗΣ 

Στο βουδισμό υπάρ χουν τέσσερις κύριες γενεαλογίες που έχουν τις ρίζες τους στην Ινδία και που άνθισαν στο Θιβέτ, οι Νυίγκμα, οι Καγκιού, οι Σάκυα, και οι Γκελούκ. Κάποιες απ’ αυτές, όπως οι Σάκυα και οι Γκελούκ, έδωσαν περισσότερη έμφαση σε μια διανοητική, πιο διανοουμενίστικη άποψη επί των διδασκαλιών, εκπαιδεύοντας τους μαθητές με πιο ειδικές γνώσεις και ως επιστήμονες της λογικής. Οι άλλοι, Νυίγκμα και Καγκιού, έδωσαν μεγαλύτερη έμφαση στην άσκηση του διαλογισμού, γι’ αυτό και αποκαλούνται «οι γενεαλογίες της άσκησης». Ο ιδρυτής της κοινότητας της Σαμπάλα, ο Βίντυαντάρα Τσόγκυαμ Τρούνγκπα Ρίνποτσε, κράταγε κι απ΄ τις δύο γενεαλογίες των Καγκιού και των Νυίγκμα, καθώς και ο γιος του και τωρινός αρχηγός της Σαμπάλα, ο Σάκυονγκ Μίπαμ Ρίνποτσε.

Η ΓΕΝΕΑΛΟΓΙΑ ΤΩΝ ΚΑΓΚΙΟΥ

Ο Ινδός μαχασίντα Τιλόπα υπήρξε ο ιδρυτής αυτού που αργότερα ονομάστηκε γενεαλογία των Καγκιού. Πέρασε όλη του τη ζωή τριγυρίζοντας από μέρος σε μέρος και σπουδάζοντας το διαλογισμό με διάφορους δασκάλους. Τελικά, διαλογίστηκε μονάχος του μέσα σε μια χόρτινη καλύβα στις όχθες του ποταμού Γάγγη, μέχρι που πραγμάτωσε την αληθινή φύση του νου του. Έλαβε απ’ ευθείας μετάδοση των διδασκαλιών στη Μαχαμούντρα από τον βούδα του ντάρμακάγυα Βάτζραντάρα.Ένας από τους πιο σημαντικούς μαθητές του ήταν ο Ινδός μαχασίντα και σοφός Ναρόπα. Στο απόγειο της καριέρας του ως πρύτανης του πανεπιστημίου Ναλάντα, θυσίασε τα πάντα που είχε πετύχει, για να ψάξει να βρει έναν αυθεντικό δάσκαλο. Βρήκε τον Τιλόπα και μελέτησε κοντά του επί δώδεκα χρόνια όσο που να φωτιστεί.Ένας από τους κύριους μαθητές του Ναρόπα ήταν ο Θιβετανός μεταφραστής Μάρπα Τσόγκυι Λόντρο. Με κίνδυνο της ζωής του επιχείρησε  τρία μακρά ταξίδια από τα Ιμαλάια στην Ινδία για να μελετήσει το ντάρμα με τον Ναρόπα κι άλλους μεγάλους δασκάλους. Μετέδωσε τις διδασκαλίες στον Θιβετανό ασκητή και ερημίτη Μιλαρέπα. Ο Μιλαρέπα με τη σειρά του τις μετέδωσε στον Γκαμπόπα, που είχε ήδη εκπαιδευτεί από την μοναστική γενεαλογία των Καντάμπα. Από τότε μέχρι και σήμερα, οι διδασκαλίες των Κάγκιου πέρασαν από δάσκαλο σε μαθητή σε μια αδιάσπαστη γενεαλογική αλυσίδα.Από την εποχή του Γκαμπόπα, η γενεαλογία των Κάγκιου αναπτύχθηκε σε αρκετά παρακλάδια που ονομάστηκαν «τα τέσσερα μεγάλα και τα οκτώ μικρότερα σχολεία.»

Η ΓΕΝΕΑΛΟΓΙΑ ΤΩΝ ΝΥΙΓΚΜΑ

Η γενεαλογία των Νυίγκμα («οι αρχαίοι») είναι η παλαιότερη από τις τέσσερις Θιβετάνικες γενεαλογίες, πηγαίνοντας πίσω στον ένατο αιώνα, όπου ο ιδρυτής της Πάντμασαμπάβα, που ταξίδεψε από την Ινδία στο Θιβέτ, εγκαθίδρυσε το πρώτο Θιβετάνικο μοναστήρι, το Σάμυε.Η Αγιότητα του ο Ντούντζομ Ρίνποτσε ήταν ο εξόριστος ηγέτης της γενεαλογίας των Νύιγκμα μέχρι την παρανιρβάνα του στα 1987. Η Αγιότητα του ο Ντίλγκο Κυέντσε Ρίνποτσε ανέλαβε αυτόν το ρόλο μέχρι τη δική του παρανιρβάνα το 1991. Υπήρξε δάσκαλος και πολύ στενός συνεργάτης του Βίντιαντάρα, υπήρξε επίσης δάσκαλος του Σάκυονγκ Μίπαμ Ρίνποτσε (τότε λεγόταν Σάουανγκ). Ο Σεβαστός Πένορ Ρίνποτσε είναι αυτή τη στιγμή ο ηγέτης της γενεαλογίας των Νυίγκμα.

Η ΓΕΝΕΑΛΟΓΙΑ ΤΩΝ ΣΑΡΜΑΝΓΚ

Η παράδοση των Σάρμανγκ ιδρύθηκε από τον σί ντα Τρούνγκμα-σε (γύρω στα 1400). Ο Τρούνγκμασε έλαβε τις διδασκαλίες της μαχαμούντρα από τον Ντέσιν Σέκπα, τον πέμπτο Κάρμαπα (1384-1415). Έλαβε διδασκαλίες Νύιγκμα του Κάντρο Νυίνγκτικ («Η Εσώτατη Ουσία των Ντακίνι») από τον δάσκαλο Μενυάκπα. Ο Τρούνγκμασε που δεν ήταν ο ίδιος ένας τούλκου, υπήρξε ο δάσκαλος του πρώτου Τρούνγκπα. Οι παρακάτω είναι μια λίστα των Τρούνγκπα τούλκου: 1.Κούνγκα Γκυάλτσεν, 2.Κούνγκα Σάνγκπο, 3.Κούνγκα Όσερ, 4.Κούνγκα Νάμγκυαλ, 5.Τέντζιν Τσόγκυαλ, 6.Λόντρο Τένπελ, 7.Τζάμπελ Τσόγκυαλ, 8.Γκυούρμε Τένπελ, 9.Κάρμα Τένπελ, 10.Τσόγκυι Νυίνζε (1875-1938), 11.Τσόγκυι Γκυάτσο (1940-1987), 12.Τσόγκυι Σενγκάυ(1989- ).Οι Σάρμανγκ Κάγκυου είναι ιδιαιτέρως γνωστοί για τη διάδοση της γενεαλογίας των Σάρμανγκ, την άσκηση της Τσάκρασαμβάρα, και για τις παραστάσεις του χορού της Τσάκρασαμβάρα